Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προειδοποίησε χθες ότι ενδέχεται να επωμιστεί ζημίες, καθώς ο υψηλός πληθωρισμός την αναγκάζει να αυξήσει τα επιτόκια και να πληρώσει τον λογαριασμό μιας δεκαετίας επιθετικής έκδοσης χρήματος. Εχοντας αυξήσει τα επιτόκια για να καταπολεμήσει τις καλπάζουσες τιμές, η ΕΚΤ πρέπει να καταβάλει τεράστιες πληρωμές τόκων στις τράπεζες για καταθέσεις αξίας περίπου 5 τρισ. ευρώ, που δημιούργησε μέσω μαζικών αγορών ομολόγων και φθηνών δανείων. Αυτά τα εργαλεία τόνωσης, που χρησιμοποιήθηκαν επί αρκετά χρόνια, όταν ο πληθωρισμός ήταν πολύ χαμηλός, είναι πλέον πιθανό να ωθήσουν την ΕΚΤ και ορισμένους από τους μετόχους της, όπως οι κεντρικές τράπεζες της Γερμανίας, της Ολλανδίας και του Βελγίου, να βρεθούν στο κόκκινο. Αυτό θα μπορούσε τελικά να αναγκάσει ορισμένες από αυτές τις κεντρικές τράπεζες να αναζητήσουν ένα πρόγραμμα διάσωσης που θα εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ανεξαρτησία τους και θα προκαλούσε την οργή των φορολογουμένων. «Πρέπει να καταπολεμήσουμε τον πληθωρισμό αυξάνοντας τα επιτόκια, κάτι που οδηγεί σε υψηλότερες δαπάνες τόκων, που καταβάλλουμε στις ευρωπαϊκές τράπεζες», ανέφερε χθες η ΕΚΤ στον ιστότοπό της, «σε αυτή την περίπτωση το κέρδος μας μειούται και μπορεί να έχουμε ακόμη και ζημίες».
Η ειρωνεία της τύχης θέλει τις κεντρικές τράπεζες των πιο συνετών δημοσιονομικά χωρών να πληγούν περισσότερο, επειδή αποθηκεύουν μεγαλύτερο μερίδιο τραπεζικών καταθέσεων και τα ομόλογα που αγόρασαν για λογαριασμό της ΕΚΤ έχουν είτε μηδενική απόδοση είτε ακόμη χαμηλότερη. Επί παραδείγματι, η κεντρική τράπεζα της Ολλανδίας έχει αναγνωρίσει ανοιχτά τον κίνδυνο να χρειαστεί ανακεφαλαιοποίηση από την κυβέρνησή της, αν και η υπουργός Οικονομικών Ζίγκριντ Κάαγκ προειδοποίησε αργότερα πως αυτό «δεν ήταν ακόμη στο τραπέζι». Η ΕΚΤ, η οποία ανήκει ως επί το πλείστον στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των 19 χωρών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ και αντιπροσωπεύει το 8% του ισολογισμού αυτού του λεγόμενου ευρωσυστήματος, δήλωσε ότι είχε άλλες γραμμές άμυνας. Εκτός από την εξάντληση των προβλέψεών της, ενδέχεται να αξιοποιήσει οποιοδήποτε άλλο εισόδημα από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, όπως ομόλογα και δάνεια. Και μπορεί να αναβάλει τυχόν υπολειπόμενη ζημία, καταγράφοντάς τη στον ισολογισμό της ως αξίωση έναντι μελλοντικών κερδών – μια πιθανότητα που αναφέρθηκε επίσης από την Bundesbank, την Τράπεζα της Γερμανίας, την περασμένη εβδομάδα.
«Τελικά, η επιστροφή σε ένα περιβάλλον θετικών επιτοκίων υποστηρίζει την κερδοφορία του ευρωσυστήματος μεσοπρόθεσμα», ανέφερε, τέλος, η ΕΚΤ. Οι κεντρικές τράπεζες μπορούν γενικά να λειτουργήσουν ακόμη και αν επωμιστούν ζημίες που εξαντλούν το σύνολο του κεφαλαίου τους – όπως συνέβη τις τελευταίες δεκαετίες σε ορισμένες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας.