Παράλληλα όμως αποτελεί και μια εξέλιξη σοκ για την Ελλάδα.
Όχι μόνο λόγω της τεράστιας αδυναμίας της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας της να παράξει το οτιδήποτε και της απόλυτης εξάρτησης της από αγορές οπλικών συστημάτων με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία, αλλά και εξαιτίας της τεράστιας ισχύος που αποκτά η Τουρκία, διαθέτοντας μια ισχυρότατη πλέον πολεμική βιομηχανία αλλά και μια πολύ ισχυρότερη διπλωματική φωνή και θέση, κάτι που άλλωστε επιβεβαιώνεται και από την γεωπολιτική της ισχύ.
Οφέλη
Αυτό που είναι πιο σημαντικό για την Τουρκία είναι ότι η ταχεία ανάπτυξη των αμυντικών βιομηχανιών της και η αυξανόμενη παγκόσμια αποδοχή των προϊόντων της έχουν οδηγήσει σε πολλά παράπλευρα οφέλη, όπως η εδραίωση του καθεστώτος του Προέδρου Erdogan χωρίς να αντιμετωπίζει οποιοδήποτε φόβο για στρατιωτική πρόκληση.
Υπό αυτό το πλαίσιο, η Άγκυρα επιδιώκει μια στρατιωτικοποιημένη εξωτερική πολιτική στη γειτονιά της, με την χώρα να έχει την ευχέρεια για ευέλικτες γεωπολιτικές συμμαχίες.
Το top100
Το περιοδικό Defense News στο τελευταίο του τεύχος (σ.σ. Αυγούστου) απαριθμεί τις 100 κορυφαίες αμυντικές εταιρείες στον κόσμο ανάμεσα στις οποίες βρίσκονται και 5 τουρκικές (από 4 το 2023).
Συγκεκριμένα, πρόκειται για τις:
– ASELSAN (στην 42η θέση): παραγωγός αμυντικών ηλεκτρονικών συστημάτων, ιδίως επικοινωνιών και αισθητήρων.
– Turkish Aerospace Industries (TAI ή TUSAS) (στην 50η θέση): ηγέτης στην τουρκική αμυντική αεροδιαστημική
– ROKETSAN (στην 71η θέση): Παραγωγός μη κατευθυνόμενων πυραύλων και βλημάτων έχει δει τα έσοδα της να αυξάνονται σε μεγάλο βαθμό λόγω της ενσωμάτωσης των προϊόντων της σε τουρκικά μη επανδρωμένα συστήματα.
– MKE (στην 84η θέση): παραγωγός φορητών όπλων, πυροβολικού και πυρομαχικών
– Military Factory and Shipyard Enterprise (AFSAT) (στην 94η θέση): παραγωγή και γενική επισκευή αεροσκαφών, ναυτικών και χερσαίων συστημάτων.
Αναμένονται… νέες προσθήκες
Όπως αναφέρεται, είναι ενδιαφέρον ότι ο πιο δυναμικός και πολυσυζητημένος τομέας της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας – τα μη επανδρωμένα συστήματα – δεν έχει ακόμη δημιουργήσει μια εταιρεία που είναι να συμπεριλαμβάνεται στο Top100.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται ο τρόπος με τον οποίο τα μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα TB2 Bayraktar και Akinci προχωρούν, αλλά και η μεγάλη ζήτηση που έχουν σε διάφορα hotspots παγκοσμίως, εκτιμάται πως είναι θέμα χρόνου να συμπεριληφθούν σε αυτήν τη λίστα.
Εξαγωγική δύναμη
Η Τουρκία εξάγει όπλα σε όλο τον κόσμο, από τη Χιλή στη Νότια Αμερική μέχρι την Ινδονησία στην Ασία.
Προμηθεύει συστήματα σε χώρες της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Άπω Ανατολής, καθώς και εντός του ΝΑΤΟ.
Με τη μεταφορά της τεχνολογίας της, η Τουρκία ευνοεί και την κοινή παραγωγή σε άλλες χώρες.
Παραδείγματα είναι το Καζακστάν, το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, η Μαλαισία, τα ΗΑΕ, το Αζερμπαϊτζάν, το Πακιστάν και η Ινδονησία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι Τούρκοι κατασκευαστές καταφέρνουν να παρέχουν εκπαίδευση, ξεπερνώντας τους ανταγωνιστές τους.
Εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό της εταιρείας τους είναι εγκατεστημένο στις χώρες εισαγωγής για ένα χρόνο ή και περισσότερο, εξασφαλίζοντας ολοκληρωμένη υποστήριξη.
Αυτό το επίπεδο δέσμευσης και αφοσίωσης έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη και την πίστη των χωρών, ιδιαίτερα του αραβικού κόσμου, όπου τα τουρκικά όπλα έχουν τώρα τη μεγαλύτερη ζήτηση.
Τεράστια αλλαγή σε 20 χρόνια
Μέχρι πρότινος, η Τουρκία ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο.
Όμως από τότε που το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Erdogan ανέλαβε την εξουσία το 2002, η εγχώρια αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας προχώρησε με εντυπωσιακό ρυθμό, καθιστώντας τη χώρα τον 12ο μεγαλύτερο εξαγωγέα όπλων, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών Ειρήνης της Στοκχόλμης (SIPRI).
Έχει μειώσει σημαντικά την εξάρτησή της από ξένες στρατιωτικές εισαγωγές από περίπου 80% εκατό το 2004 σε περίπου λιγότερο από 20% το 2024.
Στρατηγικά οφέλη
Η εμπλοκή σε αμυντικές συνεργασίες προσφέρει στην Τουρκία πολλά στρατηγικά οφέλη.
Έχει ενισχύσει την περιφερειακή επιρροή της Τουρκίας, ενισχύοντας τον ρόλο της ως κομβικού παράγοντα στο τοπίο της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής (MENA).
Ως σημαντική πηγή όπλων, λόγω των αποτελεσματικών εγχώριων αμυντικών βιομηχανιών, η Τουρκία κατάφερε να συνάψει πολλές διμερείς συμφωνίες στο πλαίσιο μιας προληπτικής εξωτερικής πολιτικής σε αυτό το μέρος του κόσμου, δηλαδή στη Μέση Ανατολή, στη βόρεια Αφρική και στην περιοχή της Μεσογείου.
Ενδεικτική είναι άλλωστε η αμυντική συμφωνία που υπέγραψε με τη Λιβύη το 2020, η οποία πλήττει άμεσα τα συμφέροντα της Ελλάδας.
Αναβάθμιση περιφερειακού ρόλου
Επιπλέον, η σταθερή υποστήριξη της Τουρκίας προς το Αζερμπαϊτζάν, διαχρονική προτεραιότητα στην εξωτερική της πολιτική, κατά τη διάρκεια του πολέμου του Nagorno-Karabakh του 2020 εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την προμήθεια προϊόντων της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, όπως το Bayraktar TB2.
Με τη νίκη του Αζερμπαϊτζάν επί της Αρμενίας, το περιφερειακό προφίλ της Τουρκίας ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο.
Αντίστοιχα παραδείγματα, όπως η κρίση του Κατάρ και ο πόλεμος της Συρίας, ενίσχυσαν περαιτέρω την περιφερειακή θέση της Τουρκίας ως αποφασιστικής σημασίας παράγοντα για την περιφερειακή σταθερότητα, προσφέροντας περισσότερες ευκαιρίες για συνεργασίες σε διαφορετικούς τομείς.
Αυτό οφειλόταν ουσιαστικά στις τουρκικές αμυντικές εξαγωγές.
Μετά τη συμφωνία al-Ula του 2021, η οποία τερμάτισε την κρίση του Κόλπου του 2017 και τον αποκλεισμό του Κατάρ, οι σχέσεις μεταξύ της Άγκυρας, του Άμπου Ντάμπι και του Ριάντ βελτιώθηκαν σημαντικά.